Ο Θεός δημιούργησε όλο τον κόσμο και τη έβδομη μέρα σκέφτηκε ότι είχε τελειώσει το έργο του. Κάθισε κάτω από ένα δέντρο για να ξεκουραστεί. Ξαφνικά θυμήθηκε ότι είχε παραλείψει να κάνει κάτι. Δεν είχε κάνει τίποτε με την υπομονή και δεν ήξερε πού να βρει το πιο κατάλληλο μέρος για να τη βάλει.

Ο Θεός άρχισε να σκέφτεται τι να κάνει σχετικά μ' αυτό. Πρώτα απ' όλα αποφάσισε να προικίσει το νερό μ' αυτό και το έκανε, αλλά το νερό στέγνωσε. Τότε ο Θεός ήθελε να προικίσει το δέντρο με υπομονή αλλά το δέντρο βάρυνε πολύ, τα κλαδιά του λύγισαν, έσπασαν και σάπισαν. Έπειτα ο Θεός πήγε στο βράχο και είπε:

- "Βράχε! σου δίνω τη δύναμη της υπομονής". Αλλά ο βράχος δεν άντεξε το βάρος και έσπασε και διαλύθηκε σε πέτρες και άμμο.

Τελικά κατάλαβε ο Θεός ότι έπρεπε να δώσει την υπομονή στον άνθρωπο, ο οποίος ζούσε στο παράδεισο. Και έτσι έκανε. Ο άνθρωπος βόγκηξε από απελπισία, αναστέναξε αλλά τελικά το ανέχτηκε. Από τότε οι άνθρωποι μπορούν να αντέχουν περισσότερο από το νερό, το δέντρο και την πέτρα.

Πηγή: http://www.romoffice.net