Κάτω από τη Γη υπάρχει ένα μεγάλο δένδρο, ωσάν στύλος πελώριος, και γερός, και βαστάει τη γη. Έτσι έλεγαν οι παλαιότεροι. Εκεί κάτω ευρίσκονται όλο το χρόνο οι Καλικάντζαροι και δουλεύουν νύκτα και ήμερα.

Προσπαθούν να κόψουν τον στύλο πού βαστάει τη Γη, γιατί θέλουν να την ιδούν να γκρεμίζεται και να γελούν. Κτυπούν λοιπόν με μικρά τσεκουράκια και πριονίζουν με πριονάκια. Κάθε χρόνο, μόλις ζυγώνουν να το κόψουν, να σου και έρχονται και τα Χριστούγεννα..

-"Άιντε, πάμε τώρα να γλεντήσουμε λίγο επάνω στη γη, πειράζοντας τους ανθρώπους, γιορτές ημέρες πού ήρθαν", λένε. "Πάμε, και στο γυρισμό μας το αποκόβομε".

Έρχονται λοιπόν κοντά μας. Τρώνε πίνουν και γλεντούν και πειράζουν τους ανθρώπους κάνοντας ζημιές:

Τρυπάνε τα τσουβάλια με το αλεύρι, ανοίγουν την κάνουλα στο βαρέλι με το κρασί, τρομάζουνε τα ζωντανά, σκορπίζουν τη στάχτη από το τζάκι, τρομάζουνε τις κακόμοιρες τις γριές και κάνουν κάθε είδους σκανταλιές.

Μόλις έρχεται η παραμονή των Φώτων και βγαίνει ο παπάς με την αγιαστούρα τρομάζουν και φεύγουν! Τρέχουν να συνεχίσουν το πριόνισμα του δέντρου που βαστάει τη Γη και να ολοκληρώσουν το σκοπό τους. Στο γυρισμό τους όμως ευρίσκουν το δένδρο να έχει θρέψει. Και τότε αρχίζουν ξανά μανά απ' την αρχή!

Ευτυχώς πού είναι κουτούτσικοι οι Καλικάντζαροι, για τούτο κάθε χρόνο πάντα τα ίδια κάμνουν και πάντα τα ίδια παθαίνουν με τούτο το θεόρατο δένδρο, που κρατάει τη γη ολόκληρη με τα χωριά της και με τις πολιτείες της.